Τα τελευταία χρόνια, κάθε High end συσκευή που κυκλοφορεί η LG, έχει να πληρώσει και τα αμαρτήματα της εταιρίας για τα αμέτρητα προβλήματα που αντιμετώπισαν οι χρήστες των LG G3 και LG G4.
Απο τη στιγμή που οι πραγματικές ναυαρχίδες της LG μεταφέρθηκαν στην σειρά V, το LG G6 ήταν μια δοκιμή, για το ποσο μπορούσε να προχωρήσει μια συσκευή απο το πάνω ράφι, με SoC περασμένης γενιάς και χαμηλότερη τιμή.
Όσοι δοκίμασαν το G6, είχαν να λένε οτι η LG κατάφερε να πιάσει αρκετούς απο τους στόχους του, εκτός απο τον σημαντικότερο.Αυτόν των πωλήσεων.
Το περσινό LG V30, είναι μια πραγματικά καλή συσκευή, η οποία και πάλι δεν κατάφερε να πιάσει τις πωλήσεις που θα έπρεπε βάση χαρακτηριστικών, για να φτάσουμε στο LG G7, το οποίο παρότι έχει εξαιρετικό Hardware, και η τιμή του έχει πέσει εντυπωσιακά στο πεντάμηνο που κυκλοφορεί, συνεχίζει να μην καταφέρνει να πείσει τον κόσμο να το αγοράσει. Γιατι; Γιατι η LG μάλλον θα χρειαστεί να κάνει περισσότερα για να κερδίσει την εμπιστοσύνη του αγοραστικού κοινού ξανά.
Το ζήτημα είναι αν το LG G7 αξίζει να του δώσετε την ευκαιρία, αν δεν έχετε προηγούμενα με την εταιρία που το κατασκευάζει, και αυτό θα προσπαθήσουμε να απαντήσουμε στο review που ακολουθεί.
Ακόμα και αν ολα τα άλλα χαρακτηριστικα του G7 σας αφήσουν αδιάφορoυς, δεν μπορείτε παρα να παραδεχτείτε οτι η νέα συσκευή της LG έχει εξαιρετικό σχεδιασμό, και ακόμα καλύτερη κατασκευή, με την Κορεάτικη εταιρία να έχει κάνει μικρές, αλλα ουσιαστικές επεμβάσεις σε σχέση με το περσινό LG G6, προσφέροντας μια πολύ εμφανίσιμη συσκευή.
Με διαστάσεις 153.2 x 71.9 χιλιοστά η συσκευή είναι εξαιρετικά εύκολη στο κράτημα με το ένα χέρι, παρότι έχει οθόνη 6.1″, ενώ σημαντικό ρόλο στην άριστη εργονομία της συσκευής παίζει και το πολύ μικρό βάρος των 162 γραμμαρίων της.
Ο σκελετός αλουμινίου του G7 έχει γίνει σαντουιτς απο Gorilla Glass 5.0 το οποίο καλύπτει τόσο την οθόνη όσο και την πλάτη της συσκευής.
Παρα την πρώτη εικόνα του κινητού που σας δίνει την αίσθηση οτι το κινητό θα γίνει κομμάτια με μια πτώση, το LG G7 διατηρεί την πιστοποίηση IP68 για αντοχή σε νερό και σκόνη, ενω ο σκελετός του συνεχίζει να είναι σύμφωνος με το στρατιωτικών προδιαγραφών πρότυπο MIL STD 810, που σημαίνει οτι θα χρειαστείτε αρκετό κόπο, η μεγάλη ατυχία για να το βγάλετε knock out.
Στην βάση του κινητού θα βρείτε μπόλικα πραγματάκια, αφού εκτός απο την USB Type-C θύρα φόρτισης και μεταφοράς δεδομένων, θα βρείτε μια θύρα ακουστικών και το μονοφωνικό ηχείο του G7, για τα οποία θα μιλήσουμε αναλυτικότερα παρακάτω.
Στην δεξιά πλευρά υπάρχει μόνο το Power Button, το οποίο έχει φύγει πλέον απο το Fingerprint Scanner, ενώ αριστερά θα βρείτε τρία ακόμη κουμπιά. Τα δυο κλασσικά κουμπιά αυξομείωσης της έντασης ήχου, και ένα ακόμα κουμπί που χρησιμοποιείται για να καλέσετε τον Google Assistant.
Σε περίπτωση που δεν το βρίσκετε χρήσιμο, κάτι πολύ πιθανό, αφού όσο το κινητό ειναι στα Ελληνικά, ανοίγει απλά το Google Now, μπορείτε να το απενεργοποίησετε, αλλα δυστυχώς δεν μπορείτε να του ορίσετε μια διαφορετική λειτουργία, κάτι που η LG έχει αναφέρει οτι, ισως προσφέρει ως δυνατότητα, σε μια μελλοντική αναβάθμιση.
Στην κορυφή του G7 θα βρείτε το συρτάρι της SIM, η οποία έχει και μια δεύτερη υποδοχή, που στην έκδοση που κρατάω εγώ στα χέρια μου, δέχεται μόνο κάρτα μνήμης. Στην αγορά θα βρείτε και μια Dual SIM έκδοση της συσκευής.
Βλέποντας τη συσκευή κατάματα, θα αντικρύσετε αυτό που θα θέλατε να αποφύγετε. Το Notch.
H LG παρότι δεν έχει ιστορικό που να δείχνει οτι ακολουθεί τα Trends στο σχεδιασμό των κινητών, στο G7 μπαίνει στο χορό, και προσθέτει την εγκοπή στην κορυφή της οθόνης του.
Εκει μέσα θα βρείτε την εμπρόσθια κάμερα, τον αισθητήρα εγγύτητας, και το ακουστικό της συσκευής, το οποίο είναι αρκετά μικρό, και κυρίως δεν είναι κεντραρισμένο, με αποτέλεσμα πολλές φορές στην αρχή να το έκλεινα με το αυτί μου, και να νομίζω οτι έχω χαμηλώσει την ένταση. Μια βδομάδα μετά, και έχω συνηθίσει 100% τη θέση του.
To Panel του LG G7 μπορεί να είναι LCD, σε αντίθεση με τις περισσότερες άλλες συσκευές σε αυτό το επίπεδο, αλλα στην πράξη τα καταφέρνει εξαιρετικά με την LG να παραδίδει μια απο τις καλύτερες LCD οθόνες που έχω δει.
H οθόνη του G7, είναι στις 6.1″, έχει QHD ανάλυση και αναλογία 19.5:9, με το Panel τεχνολογίας MLCD+ να έχει ένα πρόσθετο λευκό Pixel δίπλα στα κλασσική τριάδα RGB.
Αυτή η προσθήκη προσφέρει αυξημένη φωτεινότητα, η οποία με την βοήθεια του Brightness Boost,μπορεί να φτάσει μέχρι και τα 1000 nits, ένας αριθμός άκρως εντυπωσιακός για LCD Panel.
Ακόμα και χωρίς την ολιγόλεπτη βοήθεια του boost ομως, μπορείτε με άνεση να φτάσετε τα 800nits μέγιστης φωτεινότητας.
Απο την άλλη η προσθήκη αυτού του έξτρα λευκού pixel, έχει ως αποτέλεσμα το μαύρο της οθόνης του G7 να είναι ακόμα πιο ξεβαμμένα σε σχέση ακόμα και με τις κλασσικές LCD οθόνες, αλλα νομίζω οτι αυτή ειναι μια ανταλλαγη που αξίζει να κάνετε.
Η οθόνη του G7 είναι σύμβατή με HDR10 και Dolby Vision, ενώ καλύπτει και το 100% του DCI-P3.
Η απόδοση των χρωμάτων,περα του μαύρου, είναι σε εξαιρετικά επίπεδα, ενώ και η υψηλή αντίθεση σε συνδιασμό με το Brightness boost, κάνει την ανάγνωση κάτω απο ήλιο παιχνιδάκι.
Το LG G7 έχει και μια απο τις καλύτερες Always On displays, με πολλές πληροφορίες και επιλογές, που ομως δύσκολα θα χρησιμοποιήσετε σε μόνιμη βάση , αφού το τίμημα για τη μπαταρία είναι βαρύ, και οπως θα δείτε, η μπαταρία του LG G7 δεν ειναι απο τα ατού του.
Μετά την περσινή δοκιμή της LG, να προσφέρει ναυαρχίδα με επεξεργαστή προηγούμενης γενιάς, φέτος οι κορεάτες, αφήνουν τις δοκιμές στην άκρη, και εξοπλίζουν το G7 με ότι καλύτερο κυκλοφορεί.
Κινητήρια δύναμη του νέου LG λοιπόν είναι ο Snapdragon 845, χρονισμένος στα 2.8Ghz, με την Adreno 630 για τα γραφικά, και 4GB LPDDR4X RAM.
Δεν νομίζω πως χρειάζεται να σας περιγράψω τις ικανότητες του τελευταίου System On chip της Qualcomm, αφου ο Snapdragon 845 συνοδεύει ολες τις φετινές ναυαρχίδες, που δεν χρησιμοποιούν in house SoCs, οπως αυτές της Samsung και της Huawei, και έχει αποδείξει οτι μπορεί να ικανοποιήσει τις ανάγκες οποιοδήποτε χρήστη.
Απο πλευράς μνήμης θα βρείτε μια έκδοση όλη και ολη, με 64GB UFS 2.1 μνήμης, αλλα στην περίπτωση του LG G7 δεν είναι ιδιαίτερα μεγάλο το πρόβλημα, αφού θα βρείτε και υποδοχή για MicroSD χωρητικότητας μέχρι και 400GB.
Μια πολύ ευχάριστη έκπληξη σας περιμένει και απο το σύστημα ανάδρασης του κινητού, αφού η LG έχει κάνει θαύματα με το μοτέρ δόνησης.
Μέσω αυτού μεταφέρονται παρα πολλές πληροφορίες απευθείας στο χέρι του χρήστη, είτε κατα τη διάρκεια της πληκτρολόγησης, και των εισερχόμενων ειδοποιήσεων, είτε σε σημεία που δεν το περιμένεις, οπως τα manual controls της κάμερας, και την ανεπαίσθητη δόνηση οταν αναγνωρίζεται σωστά το αποτύπωμα σας.
O αισθητήρας αποτυπωμάτων βρίσκεται στην πλάτη της συσκευή, και χωρίς να είναι αργός, σίγουρα δεν είναι τόσο γρήγορος όσο αυτός που έχουν οι συσκευές της Huawei και τα Oneplus. Αυτός πάντως είναι ο ένας απο τους δύο τρόπους βιομετρικού ξεκλειδώματος της συσκευής, αφού στην διάθεση σας θα βρείτε και το Face Unlock μέσω της εμπρόσθιας κάμερας.
Αυτό ομως που βρίσκεται στην πλάτη και σας ενδιαφέρει δεν είναι ο αισθητήρας αποτυπωμάτων, αλλα η κεντρική κάμερα της συσκευής.
Το LG G7 έρχεται με δύο κάμερες στην πλάτη, η δεύτερη απο τις οποίες κουβαλάει και ένα απο τα πιο υποτιμημένα χαρακτηριστικά στην εποχή των Dual Camera setups. Τον ευρυγώνιο φακό.
Ας τα δούμε ομως λίγα με τη σειρά.
Στην πλάτη του G7 θα βρείτε δύο Sony IMX351 στα 16MP, με τον πρώτο να έχει φακό με F/1.6 και γωνια λήψης, 77 μοιρών, και τον δεύτερο ευρυγώνιο φακό 107 μοιρών με F/1.9.
O κεντρικός αισθητήρας έχει και τη βοήθεια της οπτικής σταθεροποίησης , η οποία απουσιάζει απο τον Ultrawide, ενώ ολόκληρο το σύστημα δύο καμερών εκμεταλλεύεται το Laser Focus, και το διπλό LED Flash.
Οι φωτογραφίες της κανονικής κάμερας είναι αρκετά καλές, με αρκετή λεπτομέρεια σωστά χρώματα, και καλούτσικο Dynamic Range.
Οπως συμβαίνει συνήθως, οταν αφήνετε την τεχνητή νοημοσύνη να αναλάβει με το Scene selection, τα καταφέρνει πάντα, και τα κάνει χάλια, οπότε για μια ακόμη φορά σας προτείνω να την αφήσετε κλειστή. Ευτυχώς αντίθετα απο άλλες περιπτώσεις, εδώ το A.I Assist είναι κλειστό εξ’ορισμόύ και ανοίγει μόνο αν το επιλέξετε εσείς.
Η κάμερα με τον ευρυγώνιο φακό, δεν έχει τόσο μεγάλη γωνια λήψης, οπως στα LG G6 και LG V30, απο την άλλη ομως έχει λιγότερη παραμόρφωση στις άκρες, και εξακολουθεί να είναι ένας καταπληκτικός τρόπος για να τραβάτε φωτογραφίες σε κλειστούς χώρους, αλλα και τοπία. Η τελική ποιότητα της δεύτερης κάμερας, είναι ελαφρώς χαμηλότερη απο την κεντρική, παρότι μιλάμε για ίδιους αισθητήρες, αφου οπως είπαμε, δεν έχει OIS, οπως ο βασικός, ενώ έχει και μικρότερο Aperture, οπότε σε συνθήκες χαμηλού φωτισμού, δυσκολεύεται αρκετά.
Ούτως η άλλως οταν το φως πέφτει, το πολύ μικρό pixel του 1 μm που έχει ο αισθητήρας του LG G7 τα βρίσκει μπαστούνια, και η ποιότητα πέφτει κατακόρυφα.
Η LG έχει προσθέσει την λειτουργία Ultra Bright Mode, που ενώνει 4 Pixels της κάμερας σε ένα, με το αποτέλεσμα να είναι μεν.. φωτεινό, αλλα απο λεπτομέρεια.. άστο καλύτερα. Επίσης αυτή τη τεχνική ρίχνει την ανάλυση στο 1/4, οπότε απο τα 16MP πέφτουμε στα 4.
Με τη λειτουργία στο αυτόματο λοιπόν, και την αυτόματη λειτουργία HDR, όσο υπάρχει φως, το LG G7 τα πάει εξαιρετικά. Σίγουρα δεν είναι άμεσα συγκρίσιμο με τα κορυφαία φωτογραφικά κινητά εκει έξω, όπως τα Huawei P20 Pro και τις τελευταίες ναυαρχίδες της Samsung, αλλα δύσκολα θα σας προδώσει.
Η πραγματική δύναμη του G7 ομως, είναι οταν στη μέση μπαίνουν τα Manual Controls.
Πείτε οτι θέλετε για το Skin της LG, και εγώ θα συμφωνήσω, αλλα δεν μπορώ παρα να παραδεχθώ οτι το Camera App της LG, έχει το πιο ευκολο και πλούσιο Manual Control μενού που έχω χρησιμοποιήσει ποτέ σε κινητό.
Πολύ εύκολα, πολύ γρήγορα, και κυρίως με Live προεπισκόπηση, μπορείτε να ρυθμίσετε ISO,θερμοκρασία χρώματος , ταχύτητα κλείστρου, αλλα και το Focus, το οποίο έχει τη βοήθεια του Focus Peak για να ξέρετε τι ακριβώς απο το κάδρο σας βρίσκεται σε focus.
Το ακόμα πιο εντυπωσιακό είναι οτι το σύνολο αυτών των διευκολύνσεων θα βρείτε και στην καταγραφή βίντεο, κάτι που κάνει το LG G7 μια απο τις καλύτερες συσκευές για όσους τραβούν πολλά βίντεο με τα κινητά τους.
Αυτούσιο απο το LG V30 έχει μεταφερθεί και το CineLog, το οποίο σας επιτρέπει την εφαρμογή Color presets, με live προεπισκόπηση και πάλι, ενώ έχει και τη λειτουργία Point Zoom, η οποία σας δίνει τη δυνατότητα να ζουμάρετε σε οποιοδήποτε σημείο της οθόνης σας επιθυμείτε, με ένα Smooth ζουμ.
Για να καταλάβετε τον πλούτο των επιλογών σας, το LG G7 σας επιστρέπει όχι μόνο να καταγράψετε Stereo ήχο κατα την εγγραφή βίντεο, αλλα να ρυθμίσετε και την ένταση και την κατεύθυνση του ήχου. Η χαρά του δημιουργού!
To κινητό της LG μπορεί να καταγράψει 4K Video στα 60FPS και Slow Motion Video σε Full HD ανάλυση, ενώ προσφέρει και τη δυνατότητα εγγραφής βίντεο σε HDR10.
Η οπτική σταθεροποίηση τα πάει περίφημα, σε ολες τις αναλύσεις με τη γενικότερη ποιότητα των βίντεο του G7 να είναι εξαιρετική, είτε μιλάμε για Full HD ,ειτε για 4K ανάλυση.
Και αν στον τομέα της κάμερας θα βρείτε και καλύτερες συσκευές εκει έξω, όσο αφορά τον ήχο θα χρειαστεί να ψάξετε πολύ για να βρείτε κάτι που τα καταφέρνει καλύτερα απο το G7.
Μπορεί η LG να μην εξόπλισε τη συσκευή με στέρεο ηχεία, κάτι που φυσικά είναι κρίμα, αλλα βγάζοντας αυτό απο την εξίσωση, έχω μόνο καλά λόγια να πώ.
Το μοναδικό ηχείο της συσκευής βρίσκεται στο κάτω μέρος του, και είναι τεχνολογίας boombox. Πάνω απο το ηχείο υπάρχει ένας θάλαμος αντήχησης, ο οποίος δεν είναι τίποτα άλλο απο ένα κενό κουτί, το οποίο ενισχύει τον ήχο. Τα πράγματα γίνονται ακόμα καλύτερα αν ακουμπήσετε το κινητό σε μια σκληρή επιφάνεια. Δε χρειάζεται να σας το περιγράφω όμως, απλά ακούστε.
Το LG G7 δεν έχει μόνο εξαιρετικό ήχο απο το ηχείο του ομως, αφού στη θύρα ακουστικών θα βρείτε ένα 32bit HiFi τετραπλό DAC, που βελτιώνει αισθητά το αποτέλεσμα ακόμα σε ένα απαίδευτό αυτί σαν το δικό μου.
Η δική μου εμπειρία φυσικά ελάχιστο ενδιαφέρον έχει, αφου σε καμία περίπτωση δεν μπορείς να με αποκαλέσεις Audiophile, αυτό που μετράει όμως, είναι οτι σε κάθε σοβαρό τεστ, η θύρα των ακουστικών του G7 προσφέρει μια απο τις καλύτερες ακουστικές εμπειρίες σε κινητό τηλέφωνο.
Σε αυτό συντελεί και το πλήρες Equalizer που θα βρείτε στις ρυθμίσεις του κινητού για να φέρετε το αποτέλεσμα όσο πιο κοντά γίνεται σε αυτό που θέλετε.
Ακόμα και αν επιλέξετε ασύρματα ακουστικά, θα βρείτε DTS :X με ψευτο-Surround εφέ, το οποίο για μια ακόμη φορά έκανε αρκετή διαφορά στην σαφήνεια και την ένταση του ήχου, στα απλώς μέτρια ασύρματα ακουστικά, που βρέθηκαν στα απλως μέτρια αυτιά μου.
H συνδεσιμότητα της συσκευής είναι υπερπλήρης, αρκεί να πάρετε απόφαση εξ’αρχης οτι μιλάμε για Single SIM συσκευή. Υπάρχει Dual SIM έκδοση, αλλα εκτός οτι δεν εισάγετε επίσημα στη χώρα μας, άρα θα βρεθείτε χωρίς εγγύηση, είναι αρκετά πιο ακριβή απο τη Single SIM, και η τιμή του είναι ένας απο τους λόγους να προτιμήσετε το G7. Δε θέλετε να ανέβετε σε τιμή, γιατι τότε οι επιλογές πληθαίνουν.
Αφηνοντας αυτό στην άκρη, έχετε 4G+ με υποστήριξη για Carrier Aggregation και ταχύτητες που θεωρητικά φτάνουν και τα 500MBPS. Επίσης θα βρείτε Dual Band WiFi, Bluetooth 5.0, NFC, GPS με A-GPS, θύρα ακουστικών, Ράδιο FM, και θύρα USB Type-C με USB 3.1 και OTG.
H ποιότητα των κλήσεων του G7 είναι υποδειγμάτική, και ολες οι κεραίες της συσκευής, είτε μιλάμε για δίκτυο τηλεφωνίας, είτε για WiFi τα καταφέρνουν περίφημα. Σε πολύ καλά πλαίσια βρίσκεται και δείκτης SAR του κινητού, 0.24W/kg στο κεφάλι και 1.47W/kg στο σώμα.
Η μπαταρία του LG G7 είναι περίεργη ιστορία. Οταν αγόρασα τη συσκευή, βλέποντας τα 3000mAh χωρητικότητας, ήμουν σχεδόν πεπεισμένος οτι θα χρειαζόμουν τουλάχιστον μια σύντομη φόρτιση στη μέση της ημέρας για να καταφέρω να φτάσω αλώβητος μέχρι την βραδινή φόρτιση.
Οι πρώτες μέρες με το κινητό απλά επιβεβαίωσαν τις υποθέσεις μου, αφού καμία απο τις πρώτες 5 μέρες δεν κατάφερε να βγάλει ολόκληρη τη μέρα, με μια δεκάλεπτη φόρτιση γύρω στις 6 να είναι αρκετή.
Στη συνεχεια ομως, αφού σταμάτησα να έχω 5 ώρες ανοικτή την κάμερα και να παίξω, και κυρίως αφού η μπαταρία πέρασε μερικούς κύκλους φόρτισης, και έστρωσε, τα πράγματα βελτιώθηκαν αρκετά.
Σε καμία περίπτωση η αυτονομία του LG G7 δεν μπορεί να θεωρηθεί μεγάλη, αλλα το γεγονός οτι με μια τόσο μικρή μπαταρία, καταφέρνει να φτάσει στο τέλος μιας μέρας κανονικής προς βαριάς χρήσης, και να έχει και 15% στο ρεζερβουαρ, είναι απο μόνο του μια απόδειξη οτι η LG έχει κάνει καταπληκτική δουλειά.
Μεγάλη εντύπωση μου προκάλεσε και η ελάχιστη απώλεια ενέργειας σε κατάσταση αναμονής, αφού μπορεί να ανοίξετε την οθόνη μετά απο 3-4 ώρες και να έχετε χάσει μόλις 2% ίσως και λιγότερο!
Τα πράγματα γίνονται πιο σκούρα αν αποφασίσετε να δοκιμάσετε τις ικανότητες του κινητού στα παιχνίδια, αφου η Adreno 630 δε καταλαβαίνει απο εξοικονόμηση και απλά καταπίνει την μπαταρία σας, ενώ η μικρή χωρητικότητα, παρότι δεν είναι πρόβλημα αρχικά, όσο περνάει ο καιρός, και η μπαταρία χάνει μέρος της αντοχής της, θα προκαλέσει αρκετά προβλήματα, και μάλλον θα σας στείλει στο Service για αλλαγή, πιο σύντομα απο οτι θα υπολογίζατε.
Οταν φτάσετε στο σημείο της φόρτισης, η LG έχει κάνει τα πράγματα απλά, αφου η συσκευή υποστηρίζει ταχεία φόρτιση, με τον ταχυμεταφορτιστή να περιλαμβάνεται στο πακέτο, ενώ υπάρχει και υποστήριξη ασύρματης φόρτισης Qi , για να κάνετε τη δουλειά σας, εύκολα, και κυρίως ασύρματα.
Τέλος έμεινε το κομμάτι του λειτουργικού.
Εδώ εχω τις περισσότερες ενστάσεις, η οποίες κατα βάση ομως δεν έχουν να κάνουν με τη συσκευή καθεαυτή, αλλα με το τρισάθλιο ιστορικό αναβαθμίσεων της LG.
Τον περασμένο Απρίλιο, η LG ανακοίνωσε τη δημιουργία ενός νέου τμήματος αναβάθμισης λογισμικού, το οποίο θα αναλάμβανε να επιταχύνει την αναβάθμιση των συσκευών της εταιρίας, έναν τομέα που μέχρι τώρα είναι ανοιχτή πληγή.
Τα πρώτα δείγματα αυτού του τμήματος, μάλλον δεν έχουν εντυπωσιάσει κανενα, αφού το LG G7, είναι μια συσκευή 6 μηνών, και έχει παραμείνει στο Android 8.0 που κυκλοφόρησε. Ούτε 8.1 έχει πάρει, ούτε φυσικά Android 9.0.
Την ίδια εικόνα έχουμε και στα Security Patches, αφού στις 11 Οκτωβρίου που γράφω αυτο το Review το κινητό βρίσκεται ακόμα σε Security Patch Ιουλίου, σχεδόν τέσσερις μήνες πίσω δηλαδή. Ήρθε αναβάθμιση στις 15 του μήνα με SP Σεπτεμβρίου
Αυτά ομως απο μόνα τους δε θα ήταν απαραίτητα λόγος να ανησυχείτε, αν τα συνδιάσετε ομως με τη μοναδική ικανότητα της LG να απογοητεύει και τους πιο φιλόδοξους στο θέμα των αναβαθμίσεων, τότε καταλαβαίνετε οτι ένα μικρο προβληματάκι το έχουμε.
Κατα τα άλλα η LG φαίνεται να τα κάνει ολα σωστά, αφου το G7, υποστηρίζει Project Treble, και έχει δύο διαφορετικά Partitions, για Seamless Updates, ενώ για όσους ενδιαφέρει κάτι τέτοιο, έχει και Level 1 access, στο Widevine DRM, που σημαίνει οτι μπορείτε να streamάρετε τις σειρές σας απο το Netflix σε πλήρη ανάλυση.
Φτάνοντας στο Skin της LG τώρα, θα μπορούσα να σας λέω για ώρες τις αντιρήσεις μου για το Design και τη λειτουργικότητα του, αλλα αυτό δε θα είχε καμία ουσιαστική σημασία, γιατι κακά τα ψέματα, αν θα αποφασίσετε να κοιτάξετε το G7, το λογισμικό του, δεν θα είναι ένας απο τους λόγους.
Θα σας το κάνω όσο πιο απλό μπορώ. Το Skin του LG G7, είναι η καλύτερη εκδοχή του LG User Experience και είναι σημαντικά βελτιωμένη απο αυτό πού είδαμε στην παρουσίαση του περσινού G6… αλλα παραμένει ένα χάος.
Το Design, έχει διορθωθεί αρκετά σε σχέση με το πολύχρωμο παρελθόν του User Interface της LG, και στις ρυθμίσεις υπάρχουν επιλογές για να ρυθμίσετε τα πάντα. Αρκεί να τις βρείτε.
Πέρα απο την σημαντική πιθανότητα να χαθείτε στα μενού ομως, και τον ψιλοαπαράδεκτο launcher, το Skin της LG έχει και τις καλές του στιγμές.
Οπως σας έχω ήδη πει, μέρος αυτού του Skin, είναι μια απο τις καλύτερες υλοποιήσεις της Always On Display, η καλύτερη εφαρμογή κάμερας που έχω χρησιμοποιήσει ποτέ, και το εξίσου εξαιρετικό Audio Equalizer, οπότε παρα το οτι οι ενστάσεις μου παραμένουν πολυάριθμες δεν μπορώ απλά να θάψω το User interface της LG. Βασικά μπορώ, απλα επιλέγω να μην το κάνω.
Οπως παρατηρήσατε, αυτό το Review τράβηξε λίγο παραπάνω απο οτι συνήθως, γιατι και εγώ σπάνια πιάνω συσκευές τέτοιου επιπέδου στα χέρια μου, οπότε δεν ήξερα τι να συμπεριλάβω, και τι να αφήσω στην άκρη.
Η τελική ετυμηγορία για το LG G7 είναι οτι αγοράζοντας το, παίρνετε μια συσκευή που δεν υστερει πουθενά σε σημαντικό βαθμό, αλλα ταυτόχρονα δε δειχνεί να υπερτερεί και πουθενά, εκτός ίσως απο τον τομέα του ήχου, σε άμεση σύγκριση με τις υπόλοιπες ναυαρχίδες.
Αυτό που γέρνει ελαφρώς την πλάστιγγα υπέρ του G7, αφού η τιμή του ξεκινάει απο τα 450€ περίπου στο Skroutz και το Bestprice, κάτι που το κάνει το πιο φτηνό στην κατηγορία του, με τα Sony XZ2 και Samsung Galaxy S9, να βρίσκονται πολύ κοντά σε τιμή, αλλα να έχουν άλλο σετ αρνητικών και θετικών.
Το S9 για παράδειγμα έχει μικρότερη, αλλα καλύτερη οθόνη, έχει καλύτερη κάμερα, αλλα όχι τον ευρυγώνιο φακό, έχει χειρότερο ήχο, και του λείπουν εξτραδάκια οπως το ραδιόφωνο.
Απο την άλλη, η σύγκριση με το Sony XZ2 είναι πιο άμεση αφου και οι δύο συσκευές έχουν τον Snapdragon 845, και έχουν LCD οθόνη, με το Sony να έχει μια κάμερα μόνο στην πλάτη, και δεν έχει θύρα ακουστικών και ραδιόφωνο, απο την άλλη ομως, δεν έχει notch και απο θέμα λογισμικού βρίσκεται σε πολύ καλύτερη μοίρα, είτε στο κομμάτι του Skin , είτε σε αυτό των αναβαθμίσεων.